Για τα ελληνοτουρκικά... Να μιλήσουμε με ειλικρίνεια...
Μικρές, κοφτές ανάσες. Είναι αυτό που μας δίνει η επιδημία του κορωνοϊού στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών. Ενώ πηγαίναμε με ταχύτητα για κρίση μέσα στην άνοιξη, έχουμε «περιοριστεί» σε επεισόδια στο Αιγαίο.
Η λέξη βρίσκεται εντός εισαγωγικών, διότι δεν είναι και λίγο τα τουρκικά μαχητικά να παραβιάζουν καθημερινά τον εναέριο χώρο σου και ενίοτε να πραγματοποιούν υπερπτήσεις, έστω λίγων δευτερολέπτων, πάνω από χερσαία εδάφη. Είναι, όμως μία πραγματικότητα που την έχουμε συνηθίσει εδώ και δεκαετίες. Γι’ αυτό και την ακολουθούν οι Τούρκοι. Oσο διαρκεί η επιδημία, συντηρούν την ένταση και μας καταπονούν ψυχολογικά εκ του ασφαλούς. Γνωρίζουν πως όταν υιοθετούν «συνηθισμένες» πρακτικές στο Αιγαίο, δεν θα έχουμε θερμό, δηλαδή, πολεμικό επεισόδιο.
Oλα όμως τα σημάδια της επερχόμενης μεγάλης κρίσεως στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι παρόντα. Η Τουρκία αυτή την περίοδο κρατάει τρία μέτωπα ανοιχτά:
(α) Συρία,
(β) Λιβύη και
(γ) Ελλάδα – Κύπρο.
Στις δύο πρώτες περιπτώσεις διασφαλίζει απλώς μία θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για το μέλλον των δύο συγκεκριμένων χωρών. Οι ισχυροί παίκτες, όμως, είναι άλλοι.
Στην τρίτη περίπτωση, τη δική μας, η Τουρκία είναι ο μεγάλος παίκτης, χωρίς σοβαρή παρουσία άλλων ισχυρότερων χωρών που θα την υποσκελίσουν. Σε Ελλάδα – Κύπρο ο Ερντογάν αναζητεί τη διπλωματική νίκη που τόσο του λείπει: την επιβεβαίωση ότι η Τουρκία είναι μία σημαντική περιφερειακή δύναμη, η μεγάλη δύναμη της περιοχής μας. Δεν μιλάμε για ένα κατά λάθος επεισόδιο. Η άλλη πλευρά, κάνοντας ανάλυση κόστους-οφέλους, συνειδητά κλιμακώνει.
Εργαλείο της Τουρκίας θα είναι τα σεισμογραφικά και γεωτρητικά πλοία στα οποία έχει επενδύσει σχεδόν 1 δισ. δολάρια από το 2012. Oταν τελειώσει η επιδημία, θα τα ξαναστείλει στην Ανατολική Μεσόγειο.
Για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τον Ερντογάν, καλούμαστε να αντιληφθούμε για ποιο λόγο επιλέγει εμάς. Κι εδώ χρειάζεται να μιλήσουμε με ειλικρίνεια. Να δούμε τι λάθη έχουμε κάνει όλα αυτά τα χρόνια. Διότι αποκλείεται να έχουμε κινηθεί σωστά και να έχουμε φτάσει στην παρούσα κατάσταση. Εμείς έχουμε δώσει στον Ερντογάν την εντύπωση ότι μπορεί να επιτύχει μία διπλωματική επιτυχία με μικρό κόστος. Για να αποτρέψουμε θερμό επεισόδιο και να διατηρήσουμε μία επίπλαστη ηρεμία, δεν ορίσαμε τις κόκκινες γραμμές. Δεν είπαμε «ώς εδώ». Διολισθήσαμε σε μικρές, σταδιακές υποχωρήσεις. Οι παραβιάσεις του ελληνικού εναερίου χώρου τη δεκαετία του 1980, έγιναν κάποια στιγμή υπερπτήσεις και τώρα τα drones οργώνουν το Αιγαίο. Οι «επακουμβήσεις» πλοίων –όπως τις βαφτίσαμε– κατέληξαν σε συγκρούσεις σκαφών του Λιμενικού.
Οι συγκεκριμένες διεκδικήσεις των Τούρκων με χάρτες και συντεταγμένες αντιμετωπίζονταν με αμηχανία. Ωσπου ξυπνήσαμε ένα πρωί και διαπιστώσαμε ότι η άλλη πλευρά έχει αφηνιάσει. Οχι μόνον παραβιάζει κάθε έννοια του δικαίου της θάλασσας με την εξωφρενική συμφωνία με τη Λιβύη, αλλά στον Εβρο το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας επεδίωξε να αποσταθεροποιήσει τη χώρα.
Χρειάζεται να δούμε με ειλικρίνεια και τη σχέση μας με το διεθνές δίκαιο. Η επίκλησή του είναι η καραμέλα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Το εφαρμόζουμε όμως στην πράξη; Ή το θυμόμαστε μόνον όσον αφορά την πιθανότητα προσφυγής στη Χάγη;
Οφείλουμε επίσης να παραδεχθούμε με ειλικρίνεια ότι ένα τμήμα της ιθύνουσας τάξεως της χώρας θεωρεί ότι οι ελληνικές διεκδικήσεις σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο είναι υπερβολικές και πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Είναι έτσι; Μόνον βλέποντας τη διεθνή πρακτική θα καταλάβουμε εάν είμαστε αυτιστικά εγκλωβισμένοι στις υπερβολές και στα «δίκαιά» μας ή στον «ρεαλισμό» μας.
Καλούμαστε να μιλήσουμε με ειλικρίνεια για το πώς βλέπουμε τη θέση της χώρας μας στην ευρύτερη περιοχή με τη συγκεκριμένη Τουρκία δίπλα μας. Οχι ωραία λόγια και παραμύθια. Γειτονεύουμε με ένα κράτος που θεωρεί ότι είναι η επικυρίαρχος δύναμη στην περιοχή. Θέλουμε να σταθούμε απέναντι; Πολύ περισσότερο, μπορούμε; Ή είναι καλύτερο να συμβιβαστούμε διότι τα πράγματα μόνον χειρότερα μπορεί να είναι για εμάς στο μέλλον; Δεν είναι κακό να το συζητήσουμε. Κακό είναι να το πιστεύουμε και να το κρύβουμε καλύπτοντάς το με θεωρήματα περί προσφυγών σε διεθνή δικαστήρια, που μόνοι μας φαντασιωνόμαστε ή ευρωπαϊκών λύσεων που δυστυχώς δεν υπάρχουν. Εάν πάλι δεν μας αρέσει η παρούσα κατάσταση, τι μέτρα και θυσίες πρέπει να κάνουμε για να έχουμε ένα άλλο αύριο; Στο σημείο που έχουμε φτάσει καμία λύση δεν είναι εύκολη.
Η επιδημία του κορωνοϊού μας δίνει την πολυτέλεια να κάνουμε τώρα αυτή την συζήτηση. Δεν γυρεύουμε αποδιοπομπαίους τράγους για τα όσα έγιναν τις προηγούμενες δεκαετίες. Γυρεύουμε πολιτική που θα μας καθοδηγήσει στην επερχόμενη κρίση.
* Ο κ. Αγγελος Συρίγος είναι αν. καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής, βουλευτής της Ν.Δ. στην Α΄ Αθηνών.
Καθημερινή
(Μια Νέα δημοσίευση από έναν διαχειριστή)